«Είναι ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Αγαπώ τόσο πολύ τη χώρα μου που ακόμη κι όταν είμαι μακριά της, νιώθω κάτι έντονο μέσα μου, όταν βλέπω την ελληνική σημαία. Ξέρω πως ακούγεται πολύ συναισθηματικό, αλλά είναι αλήθεια. Όταν παρουσιάστηκε η ευκαιρία αποδέχτηκα την πρόταση. Έχουμε μια δύσκολη αποστολή μπροστά μας, αλλά η πρόκληση είναι συναρπαστική. Απολαμβάνουμε την πρόοδο που κάνουμε μέρα με τη μέρα, αλλά δεν κάνουμε μεγάλα σχέδια και πάμε βήμα-βήμα. Με τους παίκτες μου δίνουμε τα πάντα για να κάνουμε μια καλή πορεία».
Σχετικά με την απόφασή του να ακολουθήσει την προπονητική, όταν σταμάτησε την αθλητική καριέρα του, ο Κατσικάρης σχολίασε: «Ανέκαθεν μου άρεσε να αναλύω το παιχνίδι, από τότε που ήμουν παίκτης. Προσπαθούσα να καταλάβω κάθε πτυχή ενός αγώνα και ήθελα να μάθω περισσότερα. Ήταν ένστικτο».
Εν συνεχεία αναφέρθηκε στην επιρροή που είχε επάνω του ο Τσόσιτς: «Ήμουν 23 ετών και έτοιμος να αποσυρθώ για να σπουδάσω οικονομικά στις ΗΠΑ. Δεν ήταν η πρώτη μου σκέψη το μπάσκετ. Ο Τσόσιτς με ζήτησε και από εκεί κι έπειτα όλα άλλαξαν. Δεν ήταν μόνο ένας σπουδαίος προπονητής και άνθρωπος, αλλά και ένας πρωτοπόρος. Ήξερε στην εποχή του πώς θα είναι το μπάσκετ του μέλλοντος. Το μόνο κακό είναι πως η επανάστασή του ήρθε πολύ νωρίς για το άθλημα. Όπως νωρίς μας άφησε κι αυτός».
Ο Κατσικάρης πρόσθεσε: «Στη ζωή παίζουν μεγάλο ρόλο οι συγκυρίες. Είχα την τύχη να συνεργαστώ με μεγάλους προπονητές όπως ο Ίβκοβιτς και ο Σάκοτα, από τους οποίους έμαθα πολλά. Η ΑΕΚ ήταν μεγάλο σχολείο, τότε πρωταγωνιστούσε σε όλες τις διοργανώσεις και διδάχτηκα πολλά πράγματα που με βοήθησαν πολύ όταν έγινα πρώτος προπονητής».
Η Σπαρτάκ Αγίας Πετρούπολης ήταν η πρώτη εμπειρία του εκτός Ελλάδας σε προπονητικό επίπεδο. «Ήταν μια σπουδαία εμπειρία. Ήταν η πρώτη φορά μακριά από την πατρίδα και την οικογένειά μου, που είναι ό,τι πιο σημαντικό για μένα. Έζησα μια όμορφη περιπέτεια, με εξαιρετικά αποτελέσματα στο γήπεδο, αλλά άδοξο τέλος γιατί ο σύλλογος είχε οικονομικά προβλήματα. Είναι κρίμα γιατί σκέφτομαι τι θα μπορούσαμε να είχαμε χτίσει αν συνεχίζαμε έτσι,» θυμήθηκε ο Ομοσπονδιακός προπονητής της εθνικής ανδρών.
Ρωτήθηκε επίσης για την οικονομική κρίση και το μπάσκετ: «Είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε όλοι μαζί, παίκτες, προπονητές, ομάδες, φίλαθλοι και ΜΜΕ. Οι δυσκολίες είναι πολλές, αλλά ταυτόχρονα είναι και μια μεγάλη πρόκληση για όλους μας. Τα χρήματα δεν εξασφαλίζουν πάντα τίτλους και τρανότερο παράδειγμα είναι η Μακάμπι του Ντέιβιντ Μπλατ».
Σχολίασε τη μετακίνηση του Μπλατ στο ΝΒΑ λέγοντας: «Είναι μια συναρπαστική πρόκληση για τον ίδιο, αλλά είμαι σίγουρος πως θα πετύχει γιατί έχει το πλεονέκτημα ότι γνωρίζει καλά τη νοοτροπία στις ΗΠΑ. Εκπροσωπεί τους προπονητές από την Ευρώπη στο ΝΒΑ και ποιος ξέρει, αν τα καταφέρει μπορεί να ανοίξει την πόρτα και για άλλους συναδέλφους του στο μέλλον».
Χαρακτήρισε αρνητικές εμπειρίες αυτές σε Βαλένθια και εθνική Ρωσίας λέγοντας: «Στη ζωή είναι σημαντικές και οι αρνητικές εμπειρίες».
Αντίθετα, ο Φώτης Κατσικάρης είχε μόνο καλά λόγια να πει για τη θητεία του στην Μπιλμπάο: «Δεν έχω λόγια για να περιγράψω τη σχέση μου με το Μπιλμπάο. Η οικογένειά μου μένει ακόμη εκεί, τα παιδιά μου πηγαίνουν εκεί σχολείο και στο διάστημα που ήμουν στη Σεβίλη έρχονταν άνθρωποι από εκεί για να μου φέρουν δώρα ή απλά για να μου σφίξουν το χέρι και να μου δώσουν ευχές για τη δουλειά μου στην Ελλάδα. Το Μπιλμπάο θα είναι πάντα στην καρδιά μου».
Στο τέλος, ο Φώτης Κατσικάρης απάντησε σε ερώτηση για το αν θα επέστρεφε στον Άρη: «Στη ζωή όλα είναι πιθανά και δεν αποκλείεται τίποτα. Σημασία έχει πάντα το timin”. Πήγα στον Άρη σε μια εποχή που υπήρχαν δυσκολίες και δυστυχώς τα πράγματα δεν πήγαν όπως θα ήθελα. Τώρα έχει επιστρέψει στην ομάδα ο Γκάλης, έχουν έναν πολύ καλό προπονητή, τον Δημήτρη Πρίφτη, κι έχουν βάλει τις βάσεις για το μέλλον και για να μην αντιμετωπίσουν ξανά τα ίδια προβλήματα. Ο Άρης είναι κομμάτι της κληρονομιάς μας στο μπάσκετ, χάρη σε αυτόν κυρίως το άθλημα έγινε τόσο δημοφιλές στη δεκαετία του 1980 και όλη η Ελλάδα υποστήριζε αυτή την ομάδα».