Τρίτη, 15 Σεπτέμβριος 2015 09:13

Την τελευταία φορά… τους είχαμε κερδίσει!

Γράφτηκε από τον
Την τελευταία φορά… τους είχαμε κερδίσει!

Ο Αντρέα Τρινκιέρι, έχει συνδέσει το όνομά του με μία από τις πιο μεγάλες, αν όχι την πιο «παταγώδη» αποτυχία της Εθνικής μπάσκετ τα τελευταία 10 χρόνια.

Στο Ευρωμπάσκετ 2013, ο Ιταλός κόουτς οδήγησε σε αυτό το σημείο την ομάδα, με αποτέλεσμα να αναζητηθεί η πλήρης ανανέωση και το «ξεσκαρτάρισμα» που είχε αναφέρει τότε ο Βασίλης Σπανούλης. Κάτι τέτοιο έγινε, με τον Φώτη Κατσικάρη στον πάγκο και μία εντελώς διαφορετική νοοτροπία να ακολουθείται, αλλά από τον νυν τεχνικό του Νίκου Ζήση στην Μπάμπεργκ, έχουμε κάτι να θυμόμαστε.

Στις 12 Σεπτεμβρίου 2013, η Επίσημη Αγαπημένη είχε στην πρεμιέρα του δευτέρου ομίλου του Ευρωπάσκετ της Σλοβενίας, να αντιμετωπίσει την Ισπανία, εκκινώντας από το 0-2 με στόχο μόνο τρεις νίκες που θα μπορούσαν να της δώσουν την πρόκριση. Κόντρα στους «Φούριας Ρόχας» των πολλών απουσιών, με τον Ορένγκα στον πάγκο και τον Μαρκ Γκασόλ να παλεύει σχεδόν μόνος του, κέρδισε με 79-75 και φάνηκε να «ξορκίζει τα φαντάσματα» του παρελθόντος. Κι αυτό, γιατί είχε να τους κερδίσει 11 χρόνια και έπαιρνε ελπίδα για την πρόκριση στα «χιαστί» παιχνίδια. Κόντρα στους οικοδεσπότες Σλοβένους και τους Κροάτες, η νίκη αυτή δε θα έβρισκε αντίκρισμα, καθώς χάσαμε και στα δύο αυτά ματς, με αποτέλεσμα την «κρίση» στις τάξεις της ομάδας, αλλά προέκυψε τουλάχιστον ένα θετικό συμπέρασμα.

Και αυτό είναι, ότι οι Ισπανοί δεν είναι «άτρωτοι»! Το θέμα που προκύπτει στα ματς με τους Ίβηρες, έχει ψυχολογική και όχι αγωνιστική προέκταση. Διαφορετικά, θα είχαμε μεγαλύτερη τύχη το 2007 στη Μαδρίτη κι ας μας «απαγόρευσαν» οι διαιτητές να… τους κλείσουμε το σπίτι και να φτάσουμε στον τελικό (το έκαναν για εμάς η Ρωσία και ο Χόλντεν βέβαια). Θα είχαμε μεγαλύτερη τύχη στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2008, όταν χάσαμε με «κάτω τα χέρια». Θα είχαμε μεγαλύτερη τύχη το 2010 στην Κωνσταντινούπολη, στην τελευταία παράσταση του Δημήτρη Διαμαντίδη με τα ελληνικά χρώματα. Αλλά αυτό το 47-70 του 2006 στη Σαϊτάμα, έστω κι αν από τότε θυμόμαστε περισσότερο την νίκη με τους Αμερικανούς, μας «κυνηγούσε».

Μήπως μας «κυνηγά» ακόμη, όμως; Στο άκουσμα από το τέλος της πρώτης φάσης κιόλας, όταν έγινε γνωστό ότι το πιο πιθανό είναι ο προημιτελικός να διεξαχθεί μεταξύ μας, άρχισε να υπάρχει σχετική ανησυχία. Όχι από τους διεθνείς, αλλά εξ όσων βρίσκονται εκτός ομάδας, ενθυμούμενοι τα του παρελθόντος. Είναι αλήθεια, βέβαια, πως οι «μάχες» αυτές θα είναι πάντα ιδιαίτερες, αλλά αυτή την φορά τουλάχιστον στο αγωνιστικό κομμάτι, έχουμε το προβάδισμα.

Έχουμε μία πλειάδα παικτών που μπορεί να δώσει λύσεις, με τον κόουτς Κατσικάρη να τους χρησιμοποιεί όλο και πιο αποτελεσματικά, ενώ ο Σκαριόλο τα έχει αφήσει… όλα στον Πάου Γκασόλ. Μπορεί ένας παίκτης να κερδίσει ένα σύνολο; Το έκανε με την Πολωνία, αλλά άλλο οι φιλότιμοι παίκτες του Μάικ Τέιλορ, άλλο το δικό μας σύνολο. Ο «αστέρας» του ΝΒΑ «εξαφάνισε» τον Γκόρτατ, αλλά τώρα έχει να κάνει με έναν Μπουρούση που κάθε καλοκαίρι «αφηνιάζει» με το εθνόσημο, κι έναν Κουφό που γνωρίζει ακόμη καλύτερα τη λογική που παίζει ο ηγέτης των Ισπανών, αγωνιζόμενος εναντίον του στο κορυφαίο πρωτάθλημα.

Οι απουσίες που έχουν οι αντίπαλοί μας στην περιφερειακή γραμμή, έρχονται σε αντίθεση με τη δική μας πληρότητα, όπου έχουμε την πολυτέλεια να αφήνουμε στο παρκέ μόλις 13 λεπτά τον Μάντζαρη, με τους Παπανικολάου και Περπέρογλου να παίζουν μαζί μόλις 11 (τα στοιχεία του ματς με το Βέλγιο). Οι μόνοι που μπορούν να «εγκυμονήσουν» κινδύνους για την Ισπανία, είναι ο Ροντρίγκες, ο Γιουλ και ο Ρούντι, αν τους το «επιτρέψει» ο Σκαριόλο με την εντολή να πηγαίνει η μπάλα στον Γκασόλ και… άγιος ο θεός. Παίκτες, όπως ο Αγκιλάρ, ο Βίβες ή ο Σαν Εμετέριο, είναι «λίγοι» για τέτοια ματς και αυτό έχει φανεί από τους ομίλους, ενώ στις ίδιες θέσεις οι Έλληνες έχουν σπουδαίες λύσεις.

Το μόνο λάθος που δεν πρέπει να κάνουμε, είναι εκείνο που έκαναν και οι Πολωνοί, οι οποίοι πολλάκις άφησαν τους Ισπανούς να ανοίξουν το ρυθμό. Η δική μας Εθνική, έχει την υπομονή να τους βάλει να «σκεφτούν».

Στο αγωνιστικό κομμάτι, δηλαδή, πέραν του φοβερού και τρομερού Γκασόλ που κάνει τα πάντα σε αυτό το τουρνουά, μπορεί να πει κανείς ότι υπερτερούμε. Το θέμα μας με τους σημερινούς μας αντιπάλους, είναι περισσότερο ψυχολογικό. Γιατί ο Τρινκιέρι μπορεί να τους κέρδισε, αλλά τώρα πρέπει να έρθει μία επιβεβαίωση. Τότε δεν είχαμε πολλές ελπίδες για την πρόκριση, τώρα οι πιθανότητες είναι στα ίσια. Τότε γνωρίζαμε ότι μάλλον δε θα καταφέρναμε κάτι, ακόμη κι αν τους νικούσαμε, τώρα αν τους νικήσουμε φτάνουμε μία «ανάσα» από τη «ζώνη των μεταλλίων». Αυτές είναι οι διαφορές με το 2013.

Πρέπει να θυμόμαστε, όμως, ότι την τελευταία φορά εμείς ήμασταν οι νικητές. Κι αυτό, για να κάνουμε ένα τελευταίο καλό «ξόρκι», με την… τελευταία λέξη της τεχνολογίας του κλειστού «Pierre Mauroy», επί γαλλικού εδάφους. Είναι η ώρα…

Ραφαήλ Αλαγάς