Μοιάζει σαν παραμύθι, αλλά είναι η ιστορία ζωής του Σωκράτη Παπασταθόπουλου, ο οποίος το Μάιο του 2024 έγραψε τον επίλογο σε μια λαμπρή πορεία 20 χρόνων και 14 μήνες αργότερα, ανοίγει την καρδιά του, μιλώντας στους δημοσιογράφους των μέσων ενημέρωσης της Μεσσηνίας.
Ηταν μια συζήτηση που διήρκησε πάνω από μία ώρα και πώς θα γινόταν διαφορετικά, όταν μιλάμε για τον κατά γενική ομολογία κορυφαίο Μεσσήνιο ποδοσφαιριστή όλων των εποχών (μαζί με το Νίκο Λυμπερόπουλο).
Ο Παπασταθόπουλος έπαιξε στα 4 από τα 5 κορυφαία πρωταθλήματα του κόσμου. Στην Πρέμιερ Λιγκ με την Άρσεναλ, στο Καμπιονάτο με τη Τζένοα και τη Μίλαν, στη Μπουντσελίγκα με τη Βέρντερ Βρέμης και τη Ντόρτμουντ και στην Λα Λίγκα με τη Μπέτις, ενώ στην Ελλάδα επαγγελματικά αγωνίστηκε στην ΑΕΚ (με ένα διάλειμμα στη Νίκη Βόλου) και τον Ολυμπιακό, έχοντας ξεκινήσει το ποδόσφαιρο από τον Αίαντα.
Από εκεί πήγε στον Απόλλωνα Πεταλιδίου και έπειτα ήρθε η… εκτόξευση. Στα 37 του χρόνια πήρε την απόφαση να αποσυρθεί από την ενεργό δράση και να ασχοληθεί με τις επιχειρήσεις που έχει κάνει στο Real Εstate και στον τουρισμό, ενώ είναι ιδιοκτήτης και του καφέ “Platea” στην Καλαμάτα, όπου και έλαβε χώρα η αποκαλυπτική συνέντευξη.
Ο «Πάπα» , όπως τον προσφωνούσαν στο εξωτερικό,, απαντά γιατί δεν έπαιξε ποτέ στην «Μαύρη Θύελλα», αν θα τον δούμε… παράγοντα ή προπονητή, τι ομάδα υποστηρίζει, το κεφάλαιο Εθνική Ομάδα, το πώς αντιμετώπισε τον Μέσι, τη σχέση του με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο και πολλά ακόμα.
Εδώ και 14 μήνες λογίζεσαι παλαίμαχος. Πώς είναι η ζωή μετά το ποδόσφαιρο;
«Είναι κάτι το οποίο το είχα συνειδητοποιήσει, τουλάχιστον 1,5 χρόνο πριν τελειώσω το ποδόσφαιρο. Το είχα βάλει στο μυαλό μου, το είχα δουλέψει. Μου λείπει το ποδόσφαιρο, αλλά σε λογικά πλαίσια. Δεν μπορώ να πω ότι τρελαίνομαι ή έχω προβλήματα που έχουν άλλοι ποδοσφαιριστές».
Ηλικιακά μπορούσες να παίζεις ακόμα ποδόσφαιρο. Γιατί σταμάτησες;
«Τουλάχιστον ένα χρόνο ακόμα θα μπορούσα να μείνω στη Μπέτις, αφού υπήρχε συμβόλαιο αν ήθελα. Πρέπει όμως να βάζεις κάποια πράγματα πάνω από το επαγγελματικό κομμάτι. Και για μένα από τη στιγμή που γεννήθηκε το πρώτο μου παιδί, η οικογένεια είναι το πιο σημαντικό.
Θεώρησα ότι ήταν σωστό να κλείσω την καριέρα μου. Θα μπορούσα να παίξω ένα, δύο χρόνια ακόμα. Ήθελα όμως να τελειώσω και σε ένα καλό επίπεδο».
Κοιτάζοντας πίσω, όλη αυτή την καριέρα την είχες ονειρευτεί ή «τρύπησες» το ταβάνι;
«Όχι καμία σχέση. Όλα τα παιδιά όταν ξεκινάνε έχουν όνειρο να παίξουν ποδόσφαιρο και το γιο μου αν ρωτήσεις αυτή τη στιγμή, θα σου πει θέλω να παίξω. Τα όνειρα είναι όνειρα, αλλά ποτέ δεν πιστεύεις ότι θα φθάσεις σε αυτό το επίπεδο που για παράδειγμα έφθασα εγώ.
Μιλάμε για 20 χρόνια επαγγελματικά, δύσκολα με πολλές λύπες και λίγες χαρές, γιατί το ποδόσφαιρο και γενικά ο αθλητισμός αυτό είναι. Είμαι ευγνώμων για την καριέρα που έκανα. Ξέχωρα από το ταλέντο και την οικογένεια από πίσω, χρειάζεται και τύχη. Είναι και το timing σε πολλά πράγματα και εγώ τα είχα».
Πολλοί λένε ότι οι ποδοσφαιριστές τα έχουν όλα. Στην δική σου περίπτωση είχες φήμη, χρήματα. Τι στερήθηκες;
«Η αλήθεια είναι ότι σε υψηλό επίπεδο τα έχεις όλα αυτά, αλλά δεν σου εξασφαλίζουν μετά και τίποτα στη ζωή σου. Ήμουν τυχερός, γιατί προερχόμουν από μια οικογένεια, που είχα τις καλύτερες βάσεις.
Παράλληλα, το οικονομικό κομμάτι ήταν λυμένο και στο μυαλό μου είχα μόνο να κάνω το χόμπι μου επάγγελμα. Γιατί βλέπουμε άλλα παιδιά που πρέπει να κάνουν και άλλη δουλειά για να συντηρήσουν την οικογένεια και μένουν πίσω σε αυτό που θέλουν να κάνουν. Εγώ δεν το είχα.
Από την άλλη όμως, ήμουν σε έναν χώρο που δεν μπορούσε να με βοηθήσει κανένας. Και γι’ αυτό είμαι περισσότερο περήφανος για τον εαυτό μου. Ναι μεν έκανα το χόμπι μου επάγγελμα, πέτυχα, τρύπησα το ταβάνι, αλλά δεν είπα στην πρώτη δυσκολία φεύγω. Γιατί ήταν πολύ εύκολο για μένα, στην πρώτη στραβή να πω τα παρατάω, έρχομαι με τον πατέρα μου, τον αδερφό μου. Δεν το έκανα, προσπάθησα, πάλεψα, αγωνίστηκα πολύ σκληρά αυτά τα 20 χρόνια».
Υπήρχαν στιγμές που έφθασες στο παρά πέντε να τα παρατήσεις;
«Πιέστηκα, αλλά όχι να τα παρατήσω, γιατί το πίστευα από μικρό παιδί, ότι θα παίξω, όχι ότι θα φθάσω σε αυτό το επίπεδο. Ήρθαν δύσκολες στιγμές στην καριέρα μου σε όλες τις ομάδες που έπαιξα».
Πως προέκυψε η Μπέτις μετά τον Ολυμπιακό;
«Όταν τελείωσα από τον Ολυμπιακό, ήθελα να σταματήσω, γιατί είχα στο μυαλό μου να παίξω 2,5 χρόνια στην Ελλάδα και να σταματήσω το ποδόσφαιρο και ο μεγαλύτερος λόγος που γύρισα στην Ελλάδα, ήταν η οικογένειά μου.
Η τελευταία χρονιά με τον Ολυμπιακό ήταν πολύ δύσκολη και δεν κατάφερα να κλείσω σαν νικητής, να πάρω εκείνη τη χρονιά έναν τίτλο και ήρθε η Μπέτις και μου ανοιγόταν μια ευκαιρία να κλείσω το καρέ των μεγάλων πρωταθλημάτων. Το συζήτησα με την οικογένειά μου και ιδιαίτερα με την γυναίκα μου, που μου είπε να κάνω ότι θέλω. Πέρασα 7 καλούς μήνες, χωρίς καθόλου πίεση».
Τα πρόσωπα που σε βοήθησαν όλα αυτά τα χρόνια;
«Σε όλη αυτή την πορεία υπάρχουν άνθρωποι που με βοήθησαν. Στην Καλαμάτα ξεκίνησα με τον Μιχάλη Φασουλή, αυτός με τράβηξε στο ποδόσφαιρο, γιατί ήμουν στο στίβο και δημιουργήθηκε η ομάδα του Αίαντα.
Αυτή η εποχή ήταν πολύ σημαντική, γιατί κατάλαβα τι θέλω πραγματικά και είμαι ευγνώμων στους ανθρώπους του Αίαντα και στο Μιχάλη, με τους οποίους έχω κρατήσει πολύ καλή σχέση. Επαγγελματικά στην ΑΕΚ ο Φερέρ για παράδειγμα που μου έδωσε την ευκαιρία να παίξω, ο Σάντος που ήταν πιο πριν και τον είχα στην Εθνική Ομάδα και άλλοι σε όλες τις ομάδες. Δεν θα πω 2-3, για να αφήσω απέξω τους υπόλοιπους».
Η εμπειρία στο εξωτερικό
Ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος βίωσε για πρώτη φορά την εμπειρία του εξωτερικού σε ηλικία 21 ετών, παίρνοντας μεταγραφή από την ΑΕΚ στη Τζένοα και στη συνέχεια όλες οι επιλογές του δεν είχαν ως βασικό κριτήριο το οικονομικό. «Κοίταξα περισσότερο να είμαι καλά, από τη στιγμή που είχα λυμένο το οικονομικό. Γιατί υπήρχαν ομάδες που μου έδιναν τα διπλάσια ή τριπλάσια χρήματα σε σχέση με αυτές που έπαιξα», λέει χαρακτηριστικά και χαρακτηρίζει σχολείο την Ιταλία.
«Όταν πήγα στην Ιταλία, ήταν σχολείο για μένα. Ας αναλογιστούμε το ιταλικό πρωτάθλημα, το 2007, το 2008 και το 2009. Η Μίλαν είχε 17 παίκτες που μπορούσαν να παίξουν σε οποιαδήποτε ομάδα στον κόσμο. Για μένα ήταν ένα σοκ και πιο πριν η Τζένοα ήταν για μένα η καλύτερη όλων των εποχών με Μιλίτο, Μότα, Κρισίτο, Μποκετίνι και προπονητή τον Γκασπερίνι, που με την Αταλάντα έκανε το ακατόρθωτο.
Η Μίλαν ήταν ένα μεγαθήριο και η Γερμανία η καλύτερη φάση της καριέρας μου. Η Αγγλία ήταν ένα όνειρο, γιατί ήθελα να παίξω εκεί από μικρός και στην Ισπανία πέρασα τους πιο ωραίους μήνες και ήμουν τυχερός που έπαιξα στη Μπέτις», λέει ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος που δέθηκε περισσότερο συναισθηματικά με τη Ντόρτμουντ. Για το ελληνικό πρωτάθλημα, σημείωσε ότι κατά καιρούς κάποιες ομάδες ανεβαίνουν και αυτή τη στιγμή ο Ολυμπιακός έχει ξεφύγει από πλευράς οργάνωσης και με την κατάκτηση του Conference League.
“Kαι να σε κάνει… γιογιό, ο Μέσι είναι»
Για τον Σωκράτη Παπασταθόπουλο το κεφάλαιο Εθνική Ομάδα έχει ξεχωριστή θέση στην καριέρα του. Τις καλύτερες του στιγμές άλλωστε, όπως λέει, τις έζησε με το εθνόσημο στο στήθος και μία από τις κορυφαίες είναι όταν βρέθηκε να μαρκάρει σε Παγκόσμιο Κύπελλο τον αξεπέραστο Λιονέλ Μέσι. Για το τι εντολές πήρε τότε από τον Ρεχάγκελ και αν αισθάνθηκε δέος θυμάται:
«Για μένα ο Μέσι είναι ο κορυφαίος παίκτης όλων των εποχών. Όταν παίζεις απέναντι στην Αργεντινή σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο και μαρκάρεις αυτόν τον παίκτη, θεωρώ ότι δεν έχεις να χάσεις τίποτα. Ο Μέσι είναι, αν σε κάνει… γιογιό, που λέμε, δεν είσαι ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος. Εδώ έχει κάνει άλλους και άλλους (γέλια).
Θυμάμαι ότι στην προπόνηση ο Ρεχάγκελ είχε πει ότι ο μόνος που μπορεί να παίξει τον Μέσι είναι ο Σωκράτης. Αν δούμε όμως το παιχνίδι, δεν ήμουν μόνος. Παίζαμε στην ουσία με πέντε στόπερ, πέντε… αμυντικά χαφ και έναν επιθετικό σας λέω εγώ. Ολη η ομάδα ήταν στημένη για να αντιμετωπίσουμε την Αργεντινή και τον Μέσι».
Για αν του μιλούσε ο Μέσι μέσα στο παιχνίδι;
«Ο Μέσι είναι αυτός που βλέπουμε όλα τα χρονιά. Μια πολύ μεγάλη προσωπικότητα. Είμαστε τυχεροί και σαν ποδοσφαιριστές, αλλά και σαν φίλαθλοι, που ζήσαμε Μέσι, Κριστιάνο Ρονάλντο. Ηταν μια χρυσή εποχή για το ποδόσφαιρο. Βγαίνουνε παίκτες, όπως ο Γιαμάλ, ο Εμπαπέ, ο Ντεμπελέ που ήμουν μαζί του στη Ντόρτμουντ, αλλά αυτοί οι δύο άλλαξαν πολύ το επίπεδο».
Για τη νέα Εθνική Ομάδα του Ιβάν Γιοβάνοβιτς, ο Σωκράτης λέει τα καλύτερα.
«Η σημερινή Εθνική έχει καλούς παίκτες. Είναι ανέλπιστα καλή. Εχω καλή σχέση με τους περισσότερους, τους βλέπω στο ξενοδοχείο, όταν μαζεύονται. Δεν είναι όπως πριν 20, 30 χρόνια που η Εθνική δεν είχε κανέναν παίκτη στο εξωτερικό. Όλα τα παιδιά σήμερα παίζουν και πρωταγωνιστούν και είναι και σε πολύ καλή ηλικία.
Εχει τον Γιοβάνοβιτς, έναν προπονητή που γνωρίζει την ελληνική πραγματικότητα και είδαμε το έργο του στον Παναθηναϊκό και άδικα έφυγε, έτσι όπως έφυγε από τον Παναθηναϊκό. Επίσης και τα παιδιά που στελεχώνουν την Εθνική Ομάδα, ο Τοροσίδης, ο Σαλπιγγίδης, ο Παπαδόπουλος γνωρίζουν τι είναι Εθνική και την έχουν κάνει οικογένεια».
Για το αν θα ήθελε να έχει κάποιο πόστο στο αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα, λέει: «Αυτό δεν το έχω σκεφτεί. Σταμάτησα πέρυσι το ποδόσφαιρο και δεν έχω βάλει στο μυαλό μου να συνεχίσω στο χώρο του ποδοσφαίρου. Δεν το αποκλείω. Αν θέλω να μπω σε αυτό το χώρο, θα πρέπει να τελειώσω κάποιες σχολές. Είμαι φίλαθλος, θέλω να βλέπω την Eθνική και να είμαστε δίπλα στα καλά και στα κακά».
Τα μελλοντικά σχέδια
Ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος μπορεί να είναι πλέον παλαίμαχος, αλλά όπως λέει: «Η ζωή μου όλη είναι το ποδόσφαιρο. Ακόμα και όταν ξυπνάω τώρα, η καθημερινότητά μου συνδέεται με το ποδόσφαιρο. Με το που ξυπνήσω θα δω τα νέα, θα κάτσω να δω αγώνες και θα κάνω 10-15 ταξίδια το χρόνο να δω φίλους και προπονητές που είχα». Αν δεν ήταν ποδοσφαιριστής, θα ακολουθούσε το επάγγελμα του πατέρα του, πολιτικός μηχανικός και κατασκευαστής και πλέον ο Σωκράτης έχει το χρόνο να ασχοληθεί με τις επιχειρήσεις που απέκτησε ο ίδιος από την ενασχόληση του με το ποδόσφαιρο.
«Όλα τα χρόνια που έπαιζα ποδόσφαιρο, έχω κάνει κάποιες μεγάλες επενδύσεις, που δεν μπορούσα να τρέξω, γιατί ήθελα να είμαι συγκεντρωμένος στο ποδόσφαιρο. όπως για παράδειγμα το “Platea” και Real Estate, τουρισμό, ανά τον κόσμο».
Κορυφαίος όλων ο Αντετοκούνμπο
Ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος παρακολουθεί και μπάσκετ και έχει φιλική σχέση με τον Γιάννη Αντετονκούμπο, χαρακτηρίζοντας τον Ελληνα σταρ του ΝΒΑ ως τον μεγαλύτερο Ελληνα αθλητή όλων των εποχών, λέγοντας ότι είναι τεράστια διαφήμιση για τη χώρα, που στην Ελλάδα δεν το έχουμε καταλάβει τόσο».
Το κεφάλαιο «Μαύρη Θύελλα»
Ο παλαίμαχος διεθνής ποδοσφαιριστής αναφέρθηκε και στη «Μαύρη Θύελλα», εξηγώντας για ποιο λόγο δεν έπαιξε. «Κατά καιρούς έχουν ακουστεί πολλά. Όταν ξεκίνησα παιδάκι από τον Αίαντα, έφυγα και πήγα έναν χρόνο στον Απόλλωνα Πεταλιδίου για να παίξω σε μια μεγαλύτερη κατηγορία. Υπήρχε τότε η επιλογή να πάω στην Καλαμάτα. Πρόεδρος ήταν ο Γρηγορόπουλος, με τον οποίο έχουμε καλές σχέσεις και κάνουμε την πλάκα μας. Δεν ταίριαξε εκείνη την εποχή, γιατί και εγώ ήθελα να παίζω και επέλεξα να πάω στο Πεταλίδι.
Στην Καλαμάτα πηγαίνοντας ένα παιδί 15 χρονών, δεν θα είχε τις ευκαιρίες που θα είχε σε κατώτερη κατηγορία. Το ότι δεν έχω αγωνιστεί στην Καλαμάτα, δεν σημαίνει ότι δεν την αγαπάω, γιατί έχουν βγει ειδήσεις που δεν έχουν καμία βάση. Πρέπει να την αγαπάμε όλοι, γιατί είναι η ομάδα της πόλης μας».
Ο Σωκράτης δηλώνει ότι σήμερα έχει πολύ καλές σχέσεις με τον μεγαλομέτοχο της μεσσηνιακής ΠΑΕ Γιώργο Πρασσά, με τον οποίο μιλάνε πολλές φορές μέσα στο χρόνο. «Υπάρχει εκτίμηση, Είναι ένας άνθρωπος που εμφανίστηκε από το πουθενά, έχει βάλει πολλά λεφτά στην Καλαμάτα, θέλει να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα να ανέβει».
Ο Παπασταθόπουλος ξεκαθαρίζει ότι ο ίδιος θα βοηθήσει όποτε του ζητηθεί, όχι όμως παραγοντικά, γιατί δεν θέλει να ασχοληθεί στην παρούσα φάση με το ποδόσφαιρο, ούτε και ως προπονητής.
Για τη νέα σεζόν, ο Παπασταθόπουλος θεωρεί ότι η Καλαμάτα είναι φαβορί και θα πρέπει ο κόσμος να στηρίζει αυτή την προσπάθεια. Οσο για τη σεζόν που ολοκληρώθηκε άδοξα για τη «Μαύρη Θύελλα», σημειώνει ότι: «Ηταν μεγάλο ποδοσφαιρικό κρίμα, που δεν ανέβηκε μια πόλη όπως είναι η Καλαμάτα. Είδαμε όλοι πως έγινε. Ηταν ένα παιχνίδι ο θάνατός σου, η ζωή μου, αλλά αυτό είναι το ποδόσφαιρο».
Η ΑΕΚ και ο Ολυμπιακός
Ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος φόρεσε τη φανέλα δύο εκ των κορυφαίων ομάδων της χώρας, της ΑΕΚ και του Ολυμπιακού, με την Ενωση να είναι η πρώτη του επαγγελματική ομάδα και οι «ερυθρόλευκοι» η τελευταία όσον αφορά την Ελλάδα. Μπορεί όμως να πει ο ίδιος σε ένα τοξικό περιβάλλον τι ομάδα είναι;
«Θα σου πω. Όταν ξεκίνησα το ποδόσφαιρο, Τρίτη, Τετάρτη βλέπαμε Τσάμπιονς Λιγκ, ήταν και ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός. Ο πατέρας μου, άσχετα ότι δεν ασχολείται, έβλεπε πιο πολύ τον Παναθηναϊκό. Ο παππούς μου ο Σωκράτης, που όλοι τον γνωρίζετε είναι Αεκτζής και οι θείοι μου όλοι είναι Ολυμπιακοί. Οπότε όλες τις μέρες, βλέπαμε όλα τα παιχνίδια.
Όταν εγώ πήγα στην ΑΕΚ έγινα επαγγελματίας και έφυγε το κομμάτι αυτό. Θα μου πεις δέθηκες συναισθηματικά με την ΑΕΚ; Δέθηκα γιατί ήταν η πρώτη μου επαγγελματική ομάδα. Το ίδιο, ίσως και περισσότερο όμως, δέθηκα αυτά τα 2,5 χρόνια που έπαιξα στον Ολυμπιακό. Γι’ αυτό λέω ότι ο ποδοσφαιριστής όταν κάνει καριέρα, το συναισθηματικό βγαίνει»
Για το αν θα δούμε νέο Παπασταθόπουλο εκτός βέβαια από το γιο του Σωκράτη, που όπως λέει αν παίξει ποδόσφαιρο και δεν κάνει, θα του το πει, απαντά: «Μακάρι να υπάρχει, να βγει και να κάνει πολύ μεγαλύτερη καριέρα από μένα».
Για το αν επηρεάζεται που έχουν σβήσει πλέον τα φωτά, αφού δεν είναι εν ενεργεία ποδοσφαιριστής.
«Είναι κάτι το οποίο δεν με ένοιαζε. Μου αρέσει πιο πολύ τώρα, γιατί υπάρχει καθολική αναγνώριση. Ερχονται και μου μιλάνε φίλαθλοι του Ολυμπιακού, της ΑΕΚ, του ΠΑΟΚ, του Παναθηναϊκού. Δεν υπάρχει πλέον αντιπαλότητα».
Για το αν το «καβάλησε το καλάμι» στο απόγειο της καριέρας του, δηλώνει με ειλικρίνεια:
«Σε μια καριέρα, όταν τα φώτα έχουν πέσει πάνω σου, κάποιες στιγμές όλοι θα κάνουν κάποιο λάθος. Δεν θεωρώ ότι ξέφυγα. Με ξέρετε από παιδάκι και μπορείτε να συγκρίνετε. Εξαρτάται τι εννοείτε έπαρση. Τώρα αν βρίσκομαι σε ένα χώρο και είμαι με την οικογένειά μου και δεν πάω να βγάλω φωτογραφία με κάποιον, μπορεί να πει ότι καβάλησα το καλάμι».