Στα Ευρωμπάσκετ του 2005 και του 2007, καθώς και το Μουντομπάσκετ του 2006 έχουν γραφεί άλλωστε μερικές από τις μεγαλύτερες σελίδες στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού με… αμέτρητες απίθανες ανατροπές και νίκες με «καρύδια», που μόνο οι «ευλογημένοι» παίκτες του Παναγιώτη Γιαννάκη μπορούσαν να πετύχουν. Η «κληρονομιά» του «Δράκου» παραμένει, ωστόσο, παρότι έχει αποχωρήσει από την Επίσημη Αγαπημένη εδώ και επτά χρόνια, ενώ παράλληλα δεν έχουμε μεγάλη διάκριση τα τελευταία έξι χρόνια.
Αφού δοκιμάσαμε αρκετές διαφορετικές «συνταγές» που δεν έφεραν την επιτυχία μετά το «θαύμα» του Κατοβίτσε το 2009 με την κατάκτηση του χάλκινου μεταλλίου, με το στυλ που ήθελε να προσδώσει πέρυσι ο Φώτης Κατσικάρης να δέχεται «κατραπακιά» από τους Σέρβους, ο ομοσπονδιακός τεχνικός προχωρά στην πεπατημένη. Αφήνει σε δεύτερη «μοίρα» το απίστευτο ταλέντο που διαθέτει αυτή η ομάδα, για να δημιουργήσει πρώτα απ’ όλα μία μεγάλη οικογένεια. Ένα σύνολο, στο οποίο ο ένας αθλητής πέφτει για τους υπόλοιπους τέσσερις στο παρκέ. Μία ομάδα σκληρή, πολύ σκληρή για να πεθάνει, με το μεγάλο χαρακτήρα που την χαρακτήριζε επί Γιαννάκη και είχε χάσει τα τελευταία χρόνια, επηρεασμένη από τις διάφορες «τριβές» που δημιουργούνταν κάθε σεζόν.
Το έβλεπε κανείς αυτό, ειδικά στο ματς με την Κροατία. Το σχέδιο πέτυχε για τον κόουτς, όπως το είχε εξηγήσει στην τηλεόραση του ΟΤΕ. Γνωρίζοντας πως οι οικοδεσπότες δεν είναι η καλύτερη ομάδα στη διαχείριση ενός ισχνού προβαδίσματος, όταν η μπάλα αρχίζει να… ζυγίζει τόνους, θέλησε να τους κάνει να νομίζουν πως έχουν τον πρώτο λόγο, μέχρι που η διαφορά έφτασε στους 10 πόντους. Πέντε απανωτοί πόντοι, όμως, από τον Πρίντεζη αλλάζουν ολόκληρο τον ρουν της αναμέτρησης. Οι παίκτες του Περάσοβιτς, αρχίζουν να νιώθουν την πίεση, κι ας ξαναέφεραν την απόσταση σε διψήφιο νούμερο, χάρη στον Σίμον.
Η ελληνική ομάδα, φρόντιζε να μην τους αφήνει να ξεφύγουν περαιτέρω και, όταν ήρθε η ώρα, οι «Δράκοι» που είχαν… συνηθίσει στο να κερδίζουν με ανατροπές, έδειξαν στους νεότερους για άλλη μία φορά το δρόμο. Με τους «Αμερικανούς» να «θυσιάζονται», ο Ζήσης αρχικά και ο Σπανούλης με τον Μπουρούση στη συνέχεια, θύμισαν εποχές… Βελιγραδίου, Σαϊτάμα και Μαδρίτης. Η βοήθεια του Σλούκα επίσης πολύτιμη, με τον «μετρ» των τελευταίων στιγμών, Γιώργο Πρίντεζη, να ολοκληρώνει τη δουλειά.
Ούτε τότε δεν παίζαμε θεαματικό μπάσκετ, παρότι είχαμε αστείρευτο ταλέντο, αλλά κερδίζαμε. Τα παιδιά ήταν «επαγγελματίες νικητές», όπως τους αποκαλούσαν στο τεχνικό επιτελείο. Αυτή είναι και η νοοτροπία που περνά σήμερα ο κόουτς Κατσικάρης, με τη βοήθεια της «παλιάς φρουράς» που έχει μείνει από εκείνες τις ένδοξες στιγμές.
Σε κάθε περίπτωση, η ομάδα δεν έχει βρει ακόμη την ομοιογένεια που θα ήθελε, ενώνοντας το ταλέντο και το θέαμα που προσφέρουν οι νεότεροι (Αντετοκούνμπο κυρίως) με τον «κυνισμό» των παλαιότερων, σε ένα «μείγμα» που θα την φέρει σε ακόμη καλύτερη θέση. Έχει πολλά στοιχεία να βελτιώσει, όπως το μακρινό σουτ ή τα δίδυμα που χρησιμοποιεί στα γκαρντ, με τους Σπανούλη-Καλάθη να μοιράζουν… σαν στραγάλια τις ασίστ, αλλά να έχουν ακόμη δρόμο μέχρι να βρουν την απαραίτητη μεταξύ τους επικοινωνία. Έχει παίκτες που ακόμη δεν έχουν μπει στην «εξίσωση» της διοργάνωσης και σίγουρα θα τους χρειαστεί στην πορεία, σε μεγαλύτερους ή μικρότερους ρόλους.
Οι δύο νίκες, όμως, σε ισάριθμα ματς και το ξεκάθαρο προβάδισμα για την πρωτιά, δίνει άπλετο χρόνο μέχρι τα «χιαστί» παιχνίδια. Και το «τρένο» είναι ήδη στις ράγες της επιτυχίας, έστω κι αν είναι νωρίς για μία εκτίμηση της συνέχειας. Γιατί η νοοτροπία της επιτυχίας, έχει ήδη αρχίσει να περνά σε όλους.
Ραφαήλ Αλαγάς
Όλοι, ακόμη και όσοι παρακολουθούν άλλο άθλημα από το μπάσκετ, θα θυμούνται τις συγκινήσεις που μας είχε χαρίσει η Εθνική Ανδρών για τρία συνεχόμενα χρόνια.
Κατηγορία
ΜΠΑΣΚΕΤ