Σάββατο, 16 Αύγουστος 2014 07:57

Ο Λυκούργος Γαϊτανάρος σε αφήγηση... χείμαρρο στο Notosport: "Για πάντα Μαύρη Θύελλα"...

Γράφτηκε από τον
Ο Λυκούργος Γαϊτανάρος σε αφήγηση... χείμαρρο στο Notosport: "Για πάντα Μαύρη Θύελλα"...

Ο Λυκούργος Γαϊτανάρος ανήκει στην κατηγορία των ελάχιστων ανά τον πλανήτη συνανθρώπων μας που έχουν καταφέρει να εξασφαλίσουν εν ζωή θέση στα βιβλία της ιστορίας.

Ο «πρόεδρος των προέδρων», όπως τον έχουν αποκαλέσει τεράστιες προσωπικότητες του ελληνικού ποδοσφαίρου είχε ιδιαίτερα έντονη δράση τόσο σε επαγγελματικό, όσο και σε πολιτικό επίπεδο, αλλά έγινε περισσότερο γνωστός σαν ποδοσφαιρικός παράγοντας, καθώς ήταν ο πρώτος που οδήγησε τη «Μαύρη Θύελλα» στην Α’ Εθνική το καλοκαίρι του 1972.
Ο Λυκούργος Γαϊτανάρος ήταν παράλληλα εκείνη την εποχή ένας από τους πιο ισχυρούς παράγοντες στη Μεσσηνία, καθώς συγκαταλέγεται μεταξύ των πρώτων Ελλήνων εξαγωγέων ελαιολάδου. Τα πολιτικά του πιστεύω είναι γνωστά, αλλά η πανελλήνια αναγνώρισή του έχει να κάνει κυρίως με την παρουσία του στο ποδόσφαιρο. Μάλιστα η μορφή του είναι μία από τις πλέον αναγνωρίσιμες στην εξέδρα των Μεσσήνιων φιλάθλων ακόμα και σήμερα, μισό αιώνα μετά.
Σε εποχές πολύ πιο... ζόρικες για το ποδόσφαιρο ο «αρχιθύελλας» δεν φοβήθηκε το κοινωνικό κόστος, όπως σήμερα ορισμένοι πανίσχυροι οικονομικά παράγοντες του τόπου που προσπαθούν να κρύψουν τα φίλαθλα αισθήματά τους. Ο Λυκούργος Γαϊτανάρος παραμένει αξεπέραστος μετά από δεκαετίες ολόκληρες ακριβώς επειδή ήταν ο παράγοντας της... διπλανής πόρτας που έπιανε κουβέντα ακόμα και με τον πιο... ταπεινό φίλαθλο.

Το ξεκίνημα και οι επιτυχίες

Η εσπευσμένη είσοδός του στα διοικητικά και στην προεδρία μπορεί να είχε τις... ευλογίες του πανίσχυρου εκείνη την εποχή καθεστώτος των συνταγματαρχών, ωστόσο ο ίδιος δεν φοβήθηκε ποτέ ότι η ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο μπορεί και να... τσαλάκωνε το κοινωνικό του προφίλ, αν κάτι πήγαινε στραβά.
«Εκείνη την εποχή ήταν ευλογία να είσαι πρόεδρος σε αυτήν την τόσο μεγάλη ομάδα. Δεν φοβήθηκα στιγμή γιατί όταν ανέλαβα η «Μαύρη Θύελλα» ήταν πλέον ώριμη να ανοίξει τα φτερά της στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Ο ενθουσιασμός του κόσμου ήταν ασυγκράτητος, ενώ στην ομάδα υπήρχαν ποδοσφαιριστές που μπορούσαν να σταθούν άνετα στην Α’ Εθνική», θυμάται ο επίτιμος πρόεδρος του «Π.Σ. Η Καλαμάτα».
Φρόντισε, μάλιστα, να πρωτοτυπήσει αμέσως, φέρνοντας προπονητή από τη Σερβία, τον Ζέκοβιτς, ο οποίος πήγε την ασπρόμαυρη ομάδα σε άλλο επίπεδο με τις πολύ πρωτοποριακές για την εποχή εκείνη τακτικές του γιουγκοσλαβικού μοντέλου. «Για να έρθει στην Καλαμάτα ο Ζέκοβιτς χρειάστηκε να απευθυνθούμε στον Μεσσήνιο πρέσβη της Ελλάδας στη Γιουσκοσλαβία, τον Δρακουλαράκο. Μαζί ξεπεράσαμε όλες τις δυσκολίες που υπήρχαν λόγω της τότε νομοθεσίας και πράγματι ο Ζέκοβιτς έδωσε στην ομάδα το κάτι παραπάνω. Υπήρχε, βέβαια και εξαιρετικό υλικό, από σπουδαίους ντόπιους ποδοσφαιριστές, τους οποίους μπορεί να εξασφάλισα επαγγελματικά, ωστόσο έχω μέσα μου την αίσθηση ότι ποδοσφαιρικά τους αδίκησα. Και το λέω αυτό γιατί όταν η «Μαύρη Θύελλα» ανέβηκε στην Α’ Εθνική δεν έδωσα σε πάρα πολλούς την ευκαιρία να παίξουν εκεί, ενώ αποδείχθηκε εκ του αποτελέσματος ότι ήταν ανώτεροι των Ελλήνων που πήραμε με μεταγραφή εκείνο το καλοκαίρι» λέει ο Λυκούργος Γαϊτανάρος που αναφέρει ως κορυφαία στιγμή όσων έχει ζήσει όλα αυτά τα χρόνια στα γήπεδα, την κοσμοσυρροή των Μεσσήνιων στο παλιό στάδιο της Νέας Φιλαδέλφειας, στο «κομβικό» για την άνοδο ματς με τον Ικαρο Νέας Ιωνίας: «Μετά από εκείνο το παιχνίδι η «Μαύρη Θύελλα» απέκτησε θρυλικές διαστάσεις κι έγινε γνωστή σε ολόκληρη την ποδοσφαιρική ομάδα. Ηταν κάτι ανεπανάληπτο και έδειχνε τη δίψα του κόσμου για να παίξει η ομάδα στην Α’ Εθνική. Εχω ξαναζήσει κι άλλες επιτυχημένες στιγμές, μετά τις δύο ανόδους, ή έπειτα από μεγάλες νίκες αλλά αυτό που συνέβη εκείνο το απόγευμα στη Νέα Φιλαδέλφεια ήταν πραγματικά κάτι μοναδικό».
Στην πρώτη παρουσία της στην Α’ Εθνική η «Μαύρη Θύελλα» δεν θα καταφέρει να σταθεροποιηθεί εκεί, παρ’ ότι ήλπιζε για την αποφυγή του υποβιβασμού μέχρι και την τελευταία αγωνιστική. Τα επεισόδια στον εντός έδρας αγώνα με τον Ολυμπιακό στο δεύτερο γύρο μετά από μία όχι εντελώς άδικη ήττα, έφεραν την ασπρόμαυρη ομάδα σε κόντρα με τον πανίσχυρο ποδοσφαιρικά τότε πρόεδρο των «ερυθρόλευκων» Νίκο Γουλανδρή. Κι αυτό αποδείχθηκε... μοιραίο στο φινάλε της σεζόν. Γιατί η «Μαύρη Θύελλα» με νίκη επί του Εθνικού στο παλιό «Καραϊσκάκη», «κλείδωνε» την παραμονή της ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα αποτελέσματα. Αυτός ήταν και ο λόγος που τόσο οι ποδοσφαιριστές, όσο και οι Μεσσήνιοι φίλαθλοι πήγαν στο Φάληρο με περίσσια αισιοδοξία ότι εύκολα ή δύσκολα η νίκη θα ερχόταν απέναντι σε έναν εντελώς αδιάφορο αντίπαλο. Ο Λυκούργος Γαϊτανάρος άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, όταν αντίκρισε στα αποδυτήρια παράγοντες του Ολυμπιακού: «Η γραμμή της τότε διοικήσεως του Ολυμπιακού ήταν φανερά εναντίον μας και σχεδόν απαίτησαν από τους ποδοσφαιριστές του Εθνικού να μας νικήσουν για να πέσουμε στη Β’ Εθνική, όπως και έγινε».

Σχέση λατρείας με τον κόσμο

Το συγκλονιστικό μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό απέραντης λύπης και οδύνης στην πλευρά των Μεσσήνιων φιλάθλων, ήταν ότι ο Λυκούργος Γαϊτανάρος αποθεώθηκε κατά την έξοδό του, ενώ ορισμένοι τον σήκωσαν στα χέρια! Εικόνα που σίγουρα δεν θα αντικρίσει κανείς στο σημερινό ποδόσφαιρο, μετά από ένα σκληρό υποβιβασμό. «Η σχέση μου με την κόσμο παραμένει ακόμα και σήμερα πέρα από τα όρια της λατρείας. Είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις σε όλη αυτή τη διαδρομή που κάποιοι με αποδοκίμασαν, ή έφτασαν στο σημείο ακόμα και να με βρίσουν, αλλά ποτέ μου δεν άνοιξα διάλογο μαζί τους. Οταν μπαίνεις στο ποδόσφαιρο γνωρίζεις από πριν τι πρόκειται να αντιμετωπίσεις, σίγουρα θα υπάρξουν και δυσάρεστα, αλλά σε ότι έχει να κάνει με μένα, τα πάντα ξεχνιόντουσαν μετά το επόμενο γκολ που βάζαμε» υποστηρίζει ο επίτιμος, στους ώμους του οποίου έπεφτε βαρύ το φορτίο της ανασυγκρότησης και μίας νέας προσπάθειας για επιστροφή στα μεγάλα σαλόνια.
Η παραχώρηση του Δημήτρη Σπεντζόπουλου στην Παναχαϊκή είχε την επίδραση ενός ισχυρού σοκ στο φίλαθλο κόσμο, καθώς ήταν ο ποδοσφαιριστής που είχε ξεχωρίσει περισσότερο μέσα στο γήπεδο, ενώ η φυσιογνωμία του ήταν πλέον αρχηγική στα αποδυτήρια. «Για την πραγματοποίηση της συγκεκριμένης μεταγραφής έδωσε τη συγκατάθεσή μου με... κρύα καρδιά, γιατί ούτε εγώ, ούτε η ομάδα είχαν ανάγκη από χρήματα εκείνη την εποχή. Οι εισπράξεις από τα εισιτήρια, συν ορισμένες δωρεές μας έδιναν τη δυνατότητα να κάνουμε δυνατές μεταγραφές χωρίς να σκεφτούμε τα έξοδα. Θα πω μόνο ότι οι πεντάδα των Αργεντίνων κόστισε 2,5 εκατομμύρια δραχμές, ποσό ασύλληπτο για την εποχή εκείνη. Η παραχώρηση του Σπεντζόπουλου στην Παναχαϊκή έγινε μετά από δική του επιθυμία, καθώς έκρινε ότι μπορούσε να αγωνιστεί σε πιο υψηλό επίπεδο και τότε η Παναχαϊκή είχε κερδίσει το ευρωπαϊκό εισιτήριο. Εμείς δεν είχαμε κανένα λόγο να τον δώσουμε, από τη στιγμή μάλιστα που είχαμε στόχο την άμεση επάνοδο» αποκαλύπτει σήμερα ο Λυκούργος Γαϊτανάρος.


Άνοδος χωρίς Σπεντζόπουλο

Εστω και χωρίς Σπεντζόπουλο, αλλά με τους Αργεντίνους να κάνουν τη διαφορά στη δεύτερη κατηγορία, η «Μαύρη Θύελλα» τερματίζει στην κορυφή μαζί με τον Ατρόμητο και το μεταξύ τους μπαράζ στο Αγρίνιο παίρνει τις διαστάσεις... τιτανομαχίας. Η Καλαμάτα κερδίζει 1-0 με γκολ του Εσπινόσα και η πρωτεύουσα της Αιτωλοακαρνανίας πλημμυρίζει από χιλιάδες Μεσσήνιους, μεθυσμένους με το νέκταρ της επιτυχίας. «Ηταν μία πραγματική λαοθάλασσα, αντίστοιχη με την κοσμοπλημμύρα στη Νέα Φιλαδέλφεια. Οι Αγρινιώτες χάζευαν επί ώρες τα σμήνη των Μεσσήνιων που έστησαν πολύωρο γλέντι τόσο κατά την επιστροφή, όσο και μετά από αυτήν τα ξημερώματα στην Καλαμάτα. Στο Ρίο Αντίρριο είχαν σταματήσει τα καράβια και μας χάζευαν» θυμάται ο σπουδαίος Μεσσήνιος παράγοντας που δεν έμεινε στην προεδρία τη δεύτερη σεζόν στην Α’ Εθνική, αλλά ήταν πάντα δίπλα στη «Μαύρη Θύελλα» σαν φίλαθλος.
Μάλιστα την πολύ σημαντική σεζόν 1992 – ’93 είχε ξανά ενεργό ρόλο και μόχθησε αρκετά σε όλο αυτό το διάστημα, προκειμένου να ομαλοποιηθούν οι σχέσεις με τον Ολυμπιακό, ειδικά μετά την αναρρίχηση στην προεδρία των Πειραιωτών του Μεσσήνιου στην καταγωγή εφιπλιστή Σταύρου Νταϊφά, που απεβίωσε πριν από μερικούς μήνες.
Παράλληλα, ο Γαϊτανάρος ήταν ο άνθρωπος που... ζόρισε αρκετά το Σταύρο Παπαδόπουλο να αναλάβει τη νεοσύστατη ΠΑΕ Καλαμάτα πριν από 21 χρόνια. «Αν δεν την πάρεις εσύ θα την αναλάβω εγώ, αλλά σαν φίλαθλος θα ήθελα να περάσει στα δικά σου χέρια γιατί αυτήν την εποχή μπορείς να προσφέρεις περισσότερα» ήταν τα λόγια που του είπε. «Ο Σταύρος Παπαδόπουλος πράγματι οδήγησε τη «Μαύρη Θύελλα» στην Α’ Εθνική αλλά δυστυχώς μπήκε στη λογική να ανοίξει μέτωπο με τη μερίδα του κόσμου που τον αποδοκίμαζε και μπορώ να καταλάβω την ενόχλησή του, εκείνο όμως που εγώ δεν θα έκανα ποτέ είναι να αναλάβω κάποια άλλη ομάδα και να βρω μπροστά μου την Καλαμάτα σαν αντίπαλο, γιατί είναι κάτι που δεν χωράει στο μυαλό μου» τονίζει.

"Καταστράφηκε ο Γρηγορόπουλος"

Αργότερα, την εποχή Γρηγορόπουλου, ο Λυκούργος θα παραμείνει δίπλα στη «Μαύρη Θύελλα». Ηταν μάλιστα από τους πρωτοστάτες μίας μικρότερης έκτασης σε σχέση με τη δική του εποχή, αλλά εξίσου επιτυχημένης εκστρατείας των Μεσσήνιων στην Καλλιθέα, σε ένα ματς – κλειδί για την παραμονή στη Β’ Εθνική το 2007. Η Καλαμάτα επικράτησε με 1-3 και με συνεχόμενα εντυπωσιακά αποτελέσματα τις τελευταίες αγωνιστικές αγκάλιασε την παραμονή, πετυχαίνοντας ένα μικρό άθλο. «Δεν έχω μετανιώσει ούτε στιγμή που ήμουν δίπλα στο Γρηγορόπουλο. Ο άνθρωπος αυτός καταστράφηκε οικονομικά και επαγγελματικά για την Καλαμάτα. Είχε τρία μαγαζιά που ήταν... χρυσωρυχεία αλλά τώρα δεν του έχει μείνει ούτε μισό και αντιμετωπίζει πολύ δύσκολες καταστάσεις» λέει ο επίτιμος που όλα αυτά τα χρόνια πάσχιζε να βρει την καλύτερη δυνατή λύση διοικητικά, αλλά τη σημερινή εποχή δυσκολεύεται ακόμα περισσότερο: «Δυστυχώς σήμερα η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη για όλο τον κόσμο. Ήμουν παρών στη φετινή Γενική Συνέλευση και έφυγα πραγματικά άρρωστος και με έντονο πονοκέφαλο. Δεν μπορώ να χωνέψω ότι από τις χιλιάδες κόσμου της δικής μου εποχής, βρίσκονται σήμερα στο πλευρό της ομάδας μόνο μερικές εκατοντάδες» λέει με στενοχώρια. Τι φταίει, λοιπόν και οι Μεσσήνιοι φίλαθλοι γυρνούν όλο και περισσότερο την πλάτη στη «Μαύρη Θύελλα»; «Οι καιροί έχουν αλλάξει. Τότε το γήπεδο σήμαινε κάτι πολύ πιο σημαντικό για τον κόσμο, ήταν τόπος συνάντησης. Οι φίλαθλοι της Καλαμάτας είναι απαιτητικοί και θέλουν να βλέπουν την ομάδα τους πρωταγωνίστρια. Εχει αποδειχθεί, άλλωστε, ότι όταν κάνει μία καλή πορεία ο κόσμος ξαναμαζεύεται δίπλα της. Τα τελευταία χρόνια, δυστυχώς, δεν καταφέρνει να δικαιώσει τις προσδοκίες, αλλά ευτυχώς υπάρχουν άνθρωποι όπως ο Γιώργος Ράλλης που την κρατούν σε ένα επίπεδο, γιατί διαφορετικά ούτε ξέρω που θα μπορούσε να έχει κατρακυλήσει...».
Δεν είναι μόνο η νοοτροπία των φιλάθλων που έχει αλλάξει με το πέρασμα των χρόνων, αλλά και το ίδιο το ποδόσφαιρο, τόσο μέσα, όσο και έξω από τον αγωνιστικό χώρο, κάτι με το οποίο ο Λυκούργος Γαϊτανάρος συμφωνεί απόλυτα: «Σήμερα το ποδόσφαιρο είναι κάτι καθαρά εμπορικό, όπως το χρηματιστήριο. Ακούμε συνέχεια για επενδυτές που θέλουν να κερδίσουν χρήματα και όχι για αγνούς παράγοντες με θέληση να προσφέρουν από αγάπη για το άθλημα και τον τόπο τους. Εγώ είχα άλλα «πιστεύω» και αυτά θα συνεχίσω να υπηρετώ μέχρι την τελευταία μου ανάσα».

Οι σχέσεις του με τους παίκτες

Ο Λυκούργος Γαϊτανάρος παραμένει ευτυχής γιατί ακόμα και μετά από 45 χρόνια οι σχέσεις του με τους ποδοσφαιριστές της δικής του εποχής παραμένουν το ίδιο... στοργικές. «Ενα από τα μυστικά εκείνης της ομάδας ήταν ότι είχε και καλά παιδιά πέρα από τις ποδοσφαιρικές τους ικανότητες. Θέλησα και κατάφερα να τους αποκαταστήσω όλους επαγγελματικά και χαίρομαι αφάνταστα όταν ακόμα και σήμερα που οι περισσότεροι έχουν αποκτήσει εγγόνια και άσπρα μαλλιά, εξακολουθούν να με αποκαλούν “πατερούλη”. Είναι για μένα η σπουδαιότερη ανταμοιβή. Μόνο ο Μπιστικέας λέει ότι δεν τον τακτοποίησα επαγγελματικά αλλά δεν φταίω εγώ που φοβόταν τις φωτιές και δεν θέλησε να μείνει στην πυροσβεστική» αναφέρει αστειευόμενος ο επίτιμος, που ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές δε χάνει το κέφι του για καλαμπούρι.
Η κουβέντα με το Λυκούργο Γαϊτανάρο κράτησε πάνω από μία ώρα και ήταν πάρα πολύ ενδιαφέρουσα. Κρίμα που υπάρχουν αρκετά πράγματα που δεν γράφονται, παρ’ ότι θα μπορούσαν να κάνουν αυτό το κείμενο ακόμα πιο συναρπαστικό. Εννοείται πως ο επίλογος ανήκει στον ίδιο: «Υπήρξαν αρκετές στιγμές που έβαλα τη «Μαύρη Θύελλα» πάνω και από την ίδια την οικογένειά μου αλλά δεν έχω μετανιώσει, ούτε και θα το κάνω ποτέ. Ελπίζω να προλάβω να δω με τα μάτια μου μία νέα πορεία αναγέννησης προς τις μεγάλες κατηγορίες, γιατί είμαι και μεγάλος άνθρωπος, έχω φτάσει τα 90. Για ένα μόνο πράγμα είμαι σίγουρος και θα ήθελα να διαβεβαιώσω τους φιλάθλους. Οτι ακόμα και όταν φύγω από τούτο τον κόσμο η ψυχή μου θα τριγυρίζει πάντα στις εξέδρες, όπου κι αν αγωνίζεται η μεγάλη ομάδα της Καλαμάτας».